Χέλμουτ Κώλ

Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

Full Metal Jacket (2)

Η συνέχεια από εδώ Full Metal Jacket (1)

Εγύρισεν τζιε είδεν τον Σωτήρη να του γελά.
Ο Σωτήρης ήταν μισό παλιός. Ήταν μια μισή κατάσταση, έκαμε 6 μήνες θητεία, μετά έπιαε αναστολή για ένα χρόνο τζιε μετά ήρτε πίσω να κάμει αλλό 6. Ο λογός της αναστολής από ότι ακούετουν ήταν ιατρικό πρόβλημα. Γιαυτό τζιε ήταν βοηθητικός αλλά με όπλο. Λόγω της μισής του κατάστασης ο Σωτήρης εμίλαν τζιε με τους νέους τζιε ήταν τζιε μες την παλιοσειρά παρόλο που εν τον επολλοχωνέφκαν. Εύθυμος τύπος, ελάλε συνέχεια χιουμοριστικά σχόλια τζιε εγελούσαν ούλλοι γιαυτό δεν το είχαν τζιε πολλά σε υπόληψη οι παλιοί. Οι ούγκα ούγκα εν επέρναν που καλό μάτι  τα "εξυπνακίστικα" σχόλια του Σωτήρη τζιε κάπου κάπου έτρωε τζιε καμμιά ζυνισιά αλλά αντιμετώπιζε το με χιούμορ.
 Εσυμπάθαν τον Σωτήρη ο Χαρίτος, παρόλο που έπαιζε τζιε τζιείνος τον παλιό. Άρεσκε του το χιούμορ του τζιε ότι εν εφοάτουν να πει το σωστό τζιε το δίκαιο, τζιε ότι είσιεν τον τρόπο του να ξεφέυγει που δύσκολες καταστάσεις.
Τζιείνο το σιέρι του έπιαε τον ώμο έτσι ξαφνικά. Άσπρο, λεπτό, αδύνατο όπως το σιέρι της γενέκας.
"Νάμπου μάσιεσε να κάμεις ρε νέο τζιε εν γίνετε."
 Μεν δικλίσεις πάνω τζιε έννα το καταλάβει μεν δικλίσεις, "Τίποτε καλά έτο βαρκούμε".
"Είσαστε τέλεια μαννόνεοι τελικά, νάμπου βαρκέσε ρε, τζιε μαλακίες αφού άκουσα που όπλισες"
Άκουσεν γαμώτο ξέρει,
" ΕΕΕΕΕΕΕΕ έτο ποσκόλιο ρε φίλε να περάσει η ώρα"
"Είδες που σου είπα μαννόνεο, λλίο να σας αφήκουν εννά πεχτείτε μόνοι σας"
"Κανεί ρε φίλε με τούτο το νέο εβαρήθηκα το, εν Χαρίτο που με λαλούν"
"Άκου να δείς ρε νέο, καλλίττερα να σε λαλούν νέο παρά Χαρίτο δαμέσα."
Έσουσεν την κκελέ του, εσυμφώνησε.Του Σωτήρη εσοβάρεψε τον δείν του.
"Τζιε να μεν σε ξαναδώ να κάμνεις έτσι μαλακίες. Τούτο εν ένα πέρασμα ρε, ένας δρόμος προς την άλλη μερκά, μια κατάσταση που εννά περάσει. Έσιει τζιε σσιειρόττερα."
"Έν έκαμα τίποτε ρε φίλε απλά σκέφτουμε."
"Να μεν σκέφτεσε, ο στρατός έννε για να σκέφτεσε, εν για να υπακούεις. Κάμνε τζιείνο που σου λαλούν τζιε μεν μιλάς τζιε εννα περάσεις."
"Κάμνω το αλλά έσιει φορές που εν αντέχω, νομίζω εννά σπάσω."
"Σήκωστην κκελέ σου πάνω ρε μητσί τζιε δε ποδά."
Εσήκωσε την κκελέ του ο Χαρίτος τζιε εγύρισε. Ο Σωτήρης εστέκετουν τζιαμέ, με ανοιχτό το χιτώνιο τζιε το στήθος του γυμνό. Μια ουλή περίπου 15 πόντους ήταν μες τη μέση του θώρακα του. Εφένετουν συμμετρική, εν ήταν τυχαίο χτάρμα.
"Τζιήσε".
Έβαλε το σιέρι του πας την ραφή. Ήταν ένα μιτσή αυλακούι.
"Εν γιαυτό που έπιαες αναστολή?"
"Ναι. Ήβραν μου το τυχαία. Εργοστασιακό λάθος είπασιν. Κανονικά έπρεπε να απαλλαχτώ αλλά εφέραν με πίσω. Άλλοι πιάνουν απαλλαγή με το που τρέσιει η μίξα τους τζιε άλλοι έρκουντε μέσα.  Κάποιος εν με χωνέφκει, κάποιος είσιε πιο μεγάλο μέσο."
"Καλάν, εν έπρεπε να σε έχουν κοντά στο σπίτι σου?"
"Που το έπρεπε ως δαμέ έσιει πολλή απόσταση.Άλλα πράματα στο σπίτι μου άλλες ιστορίες. Χάτε πίεννε να ππέσεις τζιε αλλάσσω σε".
Έσουσε την κκελέ του ο Χαριτός, είδεν τον εγέλασεν του. Ένιωσε μαλάκας που άφηνε μικρότητες να επηρεάζουν τόσο. Είπε εννά χαλαρώσει. 
"Α τζιε ρε νέο άησμου το όπλο του δαμέ γιατί βαρκούμε να πάω να πιάω το δικό μου."
"Ντάξει ρε φιλέ."
Επερπάταν χαρούμενος προς τον θάλαμο. Είδε τον μισοτζιημισμένο θαλαμοφύλακα που εν τον επήρε πρέφα με ένα βλέμμα λύπησης τζιε έκατσε στο κρεβάτι να ξυντηθεί. Εμπήκε μες το θάλαμο που ούλλα τα νεανικά όνειρα εβλαστούσαν τζιε εστοιβάζουνταν. Σάννα τζιε εθώρεν τα ομπρός του. Κάποια άσπρα φωτεινά με ταξίθκια τζιε γνώσεις τζιε μουσικές, τα παραπάνω ρόζ με γενέτζιες με παράξενες αναλογίες, μεγάλα βυζιά , μεγάλους κώλους, μέσες στενές, στόματα μεγάλα, μια θκυό είχαν τζιε γένια τζιε πουλλού κάποια μες τες γωνιές ήταν μαύρα εν εμπόρες ούτε έθελες να δεις μέσα άμπα τζιε ερουφήσουν σε μες την δίνη τους. Έφκαλε τα καταπονημένα άρβυλα, τες χοντρές τες κλάτσες, το παντελόνι, Αντίναξεν το τζιε εδίπλωσεν το με ακρίβεια άνοιξε το χιτώνιο τζιε έππεσε.
"Ρε Χαρίτο μα ετάκκωσες τα τέλεια ρε?Ρε ππουστόνεο μάσιεσε να την φάμεν ούλλοι? Σήκω πάνω πίεννε στη σκοπιά σου ρε." ο θαλαμοφύλακας.
"Αλλάξεν με, παρέτα με."
"Μα ποιός σε άλλαξε ρε ππουστόνεο? Ακόμα 3 εν η ώρα, ούλλοι τζιυμούνται ποιος κατάπελλος γυρίζει έτσι ώρες μες το στρατόπεδο?"
Ο Χαρίτος εκατάλαβε, επετάχτηκε ίσια  πάνω. Δεν τον έκοφτε ότι ήταν με το σώβρακο ούτε ότι επήενε αλυπόλητος πάνω στα τσιακίλια. Ο Χαρίτος εν εβούραν επέταν. Τα πόθκια του όσον τζιε επατούσαν χαμέ για να του δώκουν ώθηση να βουρίσει. Δεν ένιωθε τίποτε, δεν αθθυμάτουν καν ότι έππεσε χαμέ τζιε εμπήκε το ξύλο μες το πόι του.  Είδεν τον που μακρία, μόνο ένα πράμα εμπόρεσε να φωνάξει. "ΒΟΗΘΕΙΑ, ΒΟ-Η-ΘΕΙ-Α, ΒΟ-Η-ΘΕΙ-Α".
Το μπάμ τζιε ο υπόκωφος θόρυβος που ακούστηκε μετά έκαμε τα φκιά του να κουδουνίζουν. Επρόλαβεν τον πριν να ππέσει χαμέ τζιε έπιαν τον μες τες αγκάλες του.
"ΒΟ-Η-ΘΕΙ-Α, ΒΟ-Η-ΘΕΙ-Α".
Η τρύπα ήταν πας το στήθος του, το χαμόγελο στα σιείλη του.
"ΒΟ-Η-ΘΕΙ-Α."
Εμαζεφτήκαν ούλλοι γυρώ τους. Παλιοί τζιε νέοι, τζιε εν εμπόρεν κανένας να ταράξει.
"ΒΟ-Η-ΘΕΙ-Α."
Κανένας εν εκατάλαβε γιατί εβούρα ο Χαρίτος. Κανένας εν έξερε ότι ο Σωτήρης είσιε ουλή  τζιαμέ που ήταν τωρά τρύπα.
 Κανένας εν εκατάλαβε το γιατί να κάμει έτσι πράμα ο Σωτήρης. Κανένας εν έμαθε ποττέ ότι την σφάιρα μες το όπλο έβαλε την ο Χαρίτος.

8 σχόλια:

  1. Εδκιάβαζα το αρχικά τζιαι νόμιζα ήταν να τελειώσει καλά:(
    Σκέφτουμαι πολλές φορές ότι βλέπουμε ενα άνθρωπο, γνωρίζουμε ένα άνθρωπο τζιαι κρίνουμε τον επιφανειακά αλλά ποττέ εν ξέρουμε τζιαι ποττέ εν θα μάθουμε τι κρύβει μέσα του τούτος ο άνθρωπος. Tι περνά εσωτερικά, τι τον τρώει...
    Πολλά λυπηρό το κειμενο σου....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. τζιαι κανένα μπορεί να μεν κόφτει κιόλας, όσπου να γίνει κάτι τραγικό
    πολλά ωραίο ποστ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. εκαλυφτηκα που τους προλαλησαντες

    ΑπάντησηΔιαγραφή